Μέχρι στιγμής σε αυτή την ενότητα έχουμε διερευνήσει τα πολλά οφέλη της προσέγγισης της πολυαισθητηριακής δομημένης γλώσσας, της υποστηρικτικής τεχνολογίας και της ενεργής συμμετοχής των εκπαιδευόμενων. Η εφαρμογή όλων αυτών των τεχνικών και στρατηγικών σε μια τάξη οδηγεί τελικά στη δημιουργία ενός θετικού μαθησιακού περιβάλλοντος. Ιδιαίτερα για τους/τις μαθητές/ριες με αναπηρίες, η μάθηση υπό τις έννοιες της θετικότητας και της συμπερίληψης συμβάλλει σε καλύτερα μαθησιακά αποτελέσματα, αποτελεσματικότερη εκπαίδευση και βελτιωμένα πρότυπα συμπεριφοράς (García-Carrión et al, 2018).
Οι εκπαιδευτικοί θα πρέπει να είναι σε θέση να χρησιμοποιούν όλα τα διαθέσιμα μέσα και στρατηγικές για να κάνουν τους/τις εκπαιδευόμενους/ες να αισθάνονται ότι συμπεριλαμβάνονται και υποστηρίζονται. Για παράδειγμα, επιστρέφοντας στην περίπτωση του “Πολυαισθητηριακού χώρου”, η δυνατότητα ενσωμάτωσης ακουστικών, οπτικών, κιναισθητικών στοιχείων στη διδασκαλία δημιούργησε ένα ιδιαίτερα θετικό μαθησιακό περιβάλλον για τους/τις εκπαιδευόμενους/ες, καθώς μπορούσαν να αισθάνονται περισσότερο προσαρμοσμένοι/ες και χαλαροί/ές, επιτρέποντας μια ευκολότερη μαθησιακή διαδικασία.
Επίσης, η δημιουργία καλών σχέσεων μέσω της επικοινωνίας μεταξύ των εκπαιδευτικών και των εκπαιδευόμενων παρακινεί τους/τις τελευταίους/ες:
“Οι εκπαιδευτικοί ξένων γλωσσών θα πρέπει να εστιάζουν στο να δίνουν το θετικό παράδειγμα (Εκπαιδευτικός), να οικοδομούν μια σταθερή σχέση με τους/τις μαθητές/ριες (Σχέση), να δημιουργούν μια ευχάριστη χαλαρή ατμόσφαιρα στην τάξη (Κλίμα) και να διασφαλίζουν ότι οι μαθητές/ριες κατανοούν τα καθήκοντα στα οποία εμπλέκονται (Καθήκον). Καθώς οι εκπαιδευτικοί θα επικεντρώνονται σε διδακτικές πρακτικές που σχετίζονται με αυτές τις μακρο-στρατηγικές, οι μαθητές/ριες θα αισθάνονται περισσότερα κίνητρα στην τάξη της ξένης γλώσσας”. (Myreen, 2017, σ. 423).
Επικοινωνία σημαίνει επίσης προσωπική αλληλεπίδραση: πριν βιαστούν να ξεκινήσουν το πρόγραμμα σπουδών, οι εκπαιδευτικοί θα πρέπει να αφιερώσουν χρόνο για να γνωρίσουν τους/τις μαθητές/ριές τους, να μάθουν για τα ενδιαφέροντα και τις προσωπικές τους προκλήσεις και να δημιουργήσουν μια καλή και σταθερή βάση για να παραμείνουν συνδεδεμένοι/ες. Αυτό μπορεί να γίνει μέσω παιχνιδιών ομαδικής ανάπτυξης, τακτικών συναντήσεων στην τάξη ή 1:1, εξωσχολικών εκδηλώσεων ή απλά μιας κουβέντας μαζί τους κατά τη διάρκεια ενός διαλείμματος.
Μια άλλη τεχνική που μπορεί να χρησιμοποιηθεί είναι η δημιουργία κοινοτήτων μάθησης, όπου οι εκπαιδευόμενοι/ες υποστηρίζονται μεταξύ τους για την επίτευξη κοινών στόχων. Αυτό είναι πιο χρήσιμο στην περίπτωση μικρών τάξεων (<15 μαθητές/ριες), ώστε να είναι δυνατή η συνεργασία και η βοήθεια από συν-εκπαιδευόμενους/ες. Επιτρέπει επίσης την παροχή ανατροφοδότησης και την άμεση ανταπόκριση στις τεχνικές που εφαρμόζονται. Με την επίτευξη ενός διαδραστικού περιβάλλοντος, όπου οι εκπαιδευόμενοι/ες κατανοούν την αξία του σεβασμού, της ομαδικής εργασίας και της θετικότητας, η εκμάθηση γλωσσών γίνεται διασκεδαστική και ωφελεί την πρόοδο των εκπαιδευόμενων (Ciccarone 2019).